ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ – Ποιος θα τολμήσει;

Εργάζομαι στην εκπαίδευση 30 χρόνια. Σε τακτά διαστήματα και όχι κατ’ ανάγκη όποτε άλλαζε η ελληνική κυβέρνηση ή ο εκάστοτε Υπουργός Εθνικής Παιδείας (παλιός τίτλος που μ’ άρεσε και συνεχίζω να τον χρησιμοποιώ, αντί εκείνου του μακρόσυρτου Δια Βίου Μάθησης), έγινα μάρτυρας κάποιων προσπαθειών για ριζική αλλαγή της ελληνικής δημόσιας εκπαίδευσης. Γιατί όμως γίνεται κάτι τέτοιο;

Στην πραγματικότητα όλες οι χώρες ανανεώνουν τακτικά τη δημόσια εκπαίδευσή τους, κατά τη γνώμη μου για δύο βασικούς λόγους. Ο ένας είναι ο οικονομικός. Προσπαθούμε δηλαδή να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά μας για να πάρουν την θέση που επιβάλλει η κοινωνική τους θέση ή τα όνειρά τους, στην κοινωνία του αύριο, χωρίς να γνωρίζουμε, ούτε εμείς οι ίδιοι που τα εκπαιδεύουμε, πώς θα είναι αυτή η κοινωνία και τι απαιτήσεις θα έχει, ώστε να τα εκπαιδεύσουμε ή να τα θωρακίσουμε ανάλογα στο γνωστικό και στον κοινωνικό τομέα παρέχοντάς τους την ανάλογη και στοιχειωδώς προσαρμοσμένη εκπαίδευση. Ο άλλος λόγος είναι ο πολιτισμικός. Τα εκπαιδεύουμε για να γνωρίζουν την καταγωγή τους, αλλά ταυτόχρονα να συνειδητοποιούν ότι είναι μέλη μιας βαθιά παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας που συνεχώς διευρύνεται ραγδαία. Έχω όμως την πεποίθηση ότι όλοι κάνουμε ένα λάθος. Προσπαθούμε να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά να αντιμετωπίσουν ένα άγνωστο μέλλον, με μεθόδους του παρελθόντος. Και εξηγώ.

somnΟι σημερινές εκπαιδευτικές μέθοδοι είναι έξω από την πραγματικότητα που ζουν τα παιδιά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αισθάνονται αποξενωμένα, χωρίς επαφή με το δάσκαλο που δυστυχώς κουβαλάει μαζί του την απόλυτη υπακοή στο αναλυτικό πρόγραμμα και την ψευδαίσθηση της αυθεντίας του. Θυμάμαι όταν πήγαινα σχολείο, όλοι με βομβάρδιζαν με τα εξής λόγια που λίγο πολύ όλοι θυμόμαστε, ίσως και με ανατριχίλα μερικές φορές «Αν μελετάς και κάνεις ό,τι σου λένε, θα μπορέσεις να μπεις στο πανεπιστήμιο κάποια μέρα και θα μπορέσεις με το χαρτί που θα πάρεις να βρεις μια δουλειά». Τα σημερινά παιδιά, στην πλειοψηφία τους, δεν πιστεύουν κάτι τέτοιο πλέον, αυτό πρέπει να το καταλάβουμε έγκαιρα. Αντιθέτως, με σύμμαχο τις σημερινές αβέβαιες κοινωνικές συνθήκες που βιώνουν στην καθημερινότητά τους, έχουν την αίσθηση  ότι μια τέτοια «αποκλειστική» προοπτική τα παγιδεύει και δεν τα αφήνει να δουν άλλες δυνατότητες που μπορεί να έχουν. Το μεγάλο πρόβλημα, επαναλαμβάνω, είναι ότι το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα, όχι μόνο το δικό μας αλλά και άλλων προηγμένων χωρών, έχει θεμελιωθεί με ιδέες «άλλων» εποχών, ίσως με κατάλοιπα διαφωτισμού, τότε που όλα είχαν επηρεαστεί από τις άθλιες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες και τη βιομηχανική επανάσταση. Τότε, για να θυμηθούμε κάποια στοιχεία, είχαμε δύο ειδών εκπαιδεύσεις, την ακαδημαϊκή που ακολουθούσαν οι έξυπνοι, ή αυτοί που είχαν τον τρόπο να την ακολουθήσουν και τη μη ακαδημαϊκή που ακολουθούσαν οι άνθρωποι της δουλειάς και του μόχθου που πολλές φορές έπεφταν και θύματα εκμετάλλευσης των πρώτων. Εδώ βέβαια υπήρχε και αδικία, αφού πολλοί άνθρωποι της δεύτερης κατηγορίας, ενώ είχαν τη δυνατότητα και την ικανότητα να διαπρέψουν στις επιστήμες, η θέση που είχαν και η κοινωνική τους καταγωγή δεν τους έκανε να πιστεύουν ότι έχουν τη δυνατότητα για κάτι τέτοιο.

έλεγχοςΤο συμπέρασμα που βγαίνει λοιπόν είναι ότι τότε η εκπαίδευση είχε οικονομικό και πνευματικό χαρακτήρα. Ήταν όμως ένα μοντέλο που προκάλεσε χάος, αφού πολλά χαρισματικά μυαλά δεν μπόρεσαν ή δεν τα άφησαν να καλλιεργηθούν ανάλογα. Σήμερα πάλι, τα πράγματα έχουν φτάσει στο αντίθετο άκρο. Όλα τα παιδιά, κανενός εξαιρουμένου, είτε έχουν είτε δεν έχουν την ικανότητα, βομβαρδίζονται με πληροφορίες από παντού (σχολείο, φροντιστήριο, αθλητικοί σύλλογοι, διαφημίσεις, τηλεόραση, iPod, iPad, smartphones, social networks κλπ) και όλο το κοινωνικό τους περιβάλλον τους λέει ακριβώς τα ίδια: «Να προσέχεις στο σχολείο, να είσαι συνεπής κλπ». Μα πώς είναι δυνατόν; Ιδιαίτερα στο σχολείο, όλα του φαίνονται βαρετά, όλα δείχνουν να κυλούν βασανιστικά αργά, αφού είναι συνηθισμένο να ενεργεί με ταχύτητα στα παιχνίδια του, να βρίσκει με ταχύτητα αυτά που το ενδιαφέρουν, να αντλεί και να συγκρατεί πληροφορίες που το ενδιαφέρουν και όχι αυτά που του δίνουν σε στοίβες οι δάσκαλοι και οι καθηγητές που στο μυαλό του θα συγκρατηθούν ίσα ίσα για να μετατραπούν σε θέματα εξετάσεων που είναι αναγκασμένο να ακολουθήσει και να συμμετέχει σε αυτές, μετά να τα ξεχάσει και να μείνει η ψευδής ικανοποίηση στον εκπαιδευτικό ότι μπόρεσε και του «τα έμαθε» όλα αυτά, στο δε παιδί για να μην πω τίποτα, του μένουν πάρα πολύ λίγα. Τι ψευτιά αλήθεια, τι αληθοφάνεια!… Αποτέλεσμα;

Το παιδί χάνει κάθε ενδιαφέρον και αντιδρά ανάλογα. Γιατί η αντίδραση σε τέτοια πίεση διαχρονικά από την ηλικία των 11 χρόνων και πάνω είναι ίδια για όλα τα παιδιά. Η απώλεια ενδιαφέροντος δεν είναι συγκεκριμένη, είναι γενική. Δε μας προβληματίζει λοιπόν η έξαρση απειθαρχίας και απώλειας ενδιαφέροντος μέσα στην τάξη; Κάποτε αυτό ήταν χαρακτηριστικό των παιδιών που όπως έλεγαν παλιά «δεν έκοβε». Σήμερα βλέπουμε ότι και λαμπρά μυαλά αντιδρούν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Έχουμε βαρεθεί, εμείς οι εκπαιδευτικοί να λέμε στους γονείς «έξυπνο παιδί, αλλά δεν εκμεταλλεύεται τις δυνατότητές που έχει για να βελτιωθεί στα μαθήματα». Για ποια όμως μαθήματα μιλάμε; Μα φυσικά στα αυτονόητα για τα ελληνικά δεδομένα, όπως τα Αρχαία, τα Μαθηματικά, η Γλώσσα κλπ. Υπάρχουν όμως και οι τέχνες που είναι θύματα αυτής της «πνευματικότητας» που μας δέρνει εδώ και πολλά χρόνια.

Είναι αλήθεια ότι η εμπειρία και κατ’ επέκταση οι γνώσεις που έχουν τα παιδιά στον τομέα των τεχνών είναι πολύ μικρές, αν όχι ανύπαρκτες, μιας και το πνεύμα του σχολείου από μόνο του απαξιώνει τη μουσική, το χορό, το θέατρο και τη ζωγραφική. Μιλάω πάντα για το σχολείο και όχι τις ιδιωτικές σχολές που θησαυρίζουν από την ανάγκη των παιδιών για καλλιτεχνική έκφραση η οποία δεν ικανοποιείται στις σχολικές αίθουσες. Αλήθεια, έχουν τα παιδιά αισθητικές εμπειρίες; Πότε τα παιδιά έχουν την ευκαιρία να καλλιεργήσουν τα συναισθήματά τους και το αισθητικό τους γούστο μέσα στο σχολείο; Πότε τα παιδιά βιώνουν συναισθήματά; Πότε τα καλλιεργούν; Πότε μιλούν γι’ αυτά; Πώς λοιπόν εμείς οι εκπαιδευτικοί  έχουμε την απαίτηση να «βγάζουν» συναίσθημα στα γραπτά τους; Αντίθετα, το σύστημα δείχνει να επιδιώκει παιδιά χωρίς καλλιεργημένο συναίσθημα, καθοδηγούμενα παντού. Ακόμη και το ίδιο το σχολείο, με το βαθμοθηρικό του χαρακτήρα δεν τα αφήνει να κατανοήσουν αυτό που «είναι». Και σε αυτό, έχει συμπαραστάτη τους γονείς που δεν τα αφήνουν να αυτενεργήσουν, να δημιουργήσουν, να ανεξαρτητοποιηθούν. Εμείς λοιπόν, ως εκπαιδευτικοί, τι πρέπει να κάνουμε γι’ αυτό το πρόβλημα; Απλά να ξεσηκώσουμε αυτό που κοιμάται μέσα τους και να τα αφήσουμε να το εκφράσουν ελεύθερα. Να αισθανθούν λίγη ελευθερία μέσα στο σχολείο. Να μην αισθάνονται το σχολείο μέρος του μοντέλου της εκβιομηχάνισης των πάντων. Μα μήπως δεν είναι;

Μαθήτρια σηκώνει το χέριΔε μοιάζει η λειτουργία του σχολείου όπως η λειτουργία ενός εργοστασίου; Χτυπάει το κουδούνι και μαζεύει τους μαθητές, όπως το κουδούνι τους εργάτες. Παίρνουμε απουσίες όπως οι εργάτες χτυπούν κάρτα κατά την είσοδό τους. Τα παιδιά διδάσκονται ξεχωριστά διάφορα αντικείμενα μάθησης που πολλές φορές έχουν στεγανά μεταξύ τους, κάτι που πάει ενάντια στην όαση που λέγεται διαθεματικότητα, όπως Γλώσσα, Μαθηματικά, ακριβώς όπως οι εργάτες που έχουν τον τομέα ευθύνης τους. Εκπαιδεύουμε τα παιδιά όπως οι παρτίδες των προϊόντων ενός εργοστασίου, αφού τα βάζουμε κατά ηλικιακές ομάδες. Γιατί όμως γίνεται αυτό; Γιατί ο συνδετικός τους κρίκος να είναι η ηλικία τους… (τάξη του 2012). Είναι άραγε αυτό το σημαντικότερο που πρέπει να γνωρίζουμε γι’ αυτά; Ξεχνάμε ότι σήμερα τα παιδιά μπορούν να έχουν καταπληκτικές δυνατότητες σε κάποιον τομέα κι ας έχουν διαφορετικό ηλικιακό επίπεδο; Οπωσδήποτε παίζει ρόλο η ηλικία, αλλά αν θέλουμε να «εκπαιδεύσουμε» τα παιδιά, επικεντρωνόμαστε, εκτός από την ηλικία και στην ικανότητα δημιουργίας των παιδιών και στην αποκλίνουσα σκέψη τους, που μπορεί να μην είναι συνώνυμο της δημιουργικότητας, αλλά είναι η βάση πάνω στην οποία χτίζεται αυτή, αφού χαρακτηριστικό της είναι η ερευνητικότητα, το συναίσθημα και η φαντασία, σε αντίθεση με τη συγκλίνουσα σκέψη της σχολαστικότητας και της επικέντρωσης στη λεπτομέρεια και την τυπικότητα. Η αποκλίνουσα σκέψη των παιδιών μας διαφεύγει ενσυνείδητα ή ασυνείδητα από άγνοια. Είναι η σκέψη που βλέπει πολλές πιθανές απαντήσεις σε μία ερώτηση και όχι μία και μοναδική (π.χ πολλές λύσεις αποδεκτές σε ένα πρόβλημα μαθηματικών και όχι εμμονή σε έναν τρόπο). Είναι η παρεξηγημένη και απαγορευμένη στο σχολικό περιβάλλον συνεργατική σκέψη (μην κοιτάτε, μη μιλάτε μεταξύ σας) η οποία όμως εκτός σχολείου μεταβάλλεται σε εποικοδομητική συνεργασία. Μην ξεχνάμε ότι η σωστή μάθηση συμβαίνει στις ομάδες εργασίας και η συνεργασία αποτελεί την ουσία των ομάδων αυτών και κατ’ επέκταση της σωστής και σύγχρονης εκπαίδευσης. Αυτό το έχουμε καταλάβει εμείς οι αυθεντίες της ελληνικής εκπαίδευσης;

(Σκέψεις από μια ομιλία του Ken Robinson)

ΠΩΣ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ – ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΠΩΣ ΝΑ ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΝ ΤΗ ΓΝΩΣΗ

9. Μαθαίνουμε τα παιδιά να μεταφέρουν τη γνώση – (Η μάθηση γίνεται πιο ουσιαστική, όταν εφαρμόζεται σε πραγματικές καταστάσεις της ζωής.)

Αποτελέσματα ερευνών

Οι μαθητές συχνά δεν μπορούν να εφαρμόσουν αυτά που μαθαίνουν στο σχολείο για να λύσουν προβλήματα της καθημερινότητας. Για παράδειγμα, μπορούν να μάθουν για τους νόμους του Νεύτωνα στο σχολείο, αλλά δεν μπορούν να  καταλάβουν πώς εφαρμόζονται σε καταστάσεις της πραγματικής ζωής. Η μεταφορά της γνώσης είναι πολύ σημαντική. Γιατί να θέλει κάποιος να πάει στο σχολείο αν ό, τι μαθαίνει εκεί δεν εφαρμόζεται σε άλλες καταστάσεις και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί εκτός σχολείου;

Στην τάξη

Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να βελτιώσουν την ικανότητα των μαθητών τους να εφαρμόζουν όσα έχουν μάθει στο σχολείο. Να μερικοί τρόποι.

  • Η εμμονή στην εμπέδωση της ύλης. Χωρίς επαρκή βαθμό κατανόησης, μεταφορά δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί.
  • Βοηθώντας τους μαθητές να συνειδητοποιήσουν τις θετικές επιπτώσεις της μεταφοράς των πληροφοριών που έχουν μάθει.
  • Εφαρμόζοντας ό, τι έχει μάθει ο μαθητής σε μια περιοχή της ύλης, σε άλλες περιοχές ή σε άλλα μαθήματα στα οποία μπορεί να σχετίζονται (διαθεματικότητα).
  • Παρουσιάζοντας στους μαθητές πώς να εξάγουν γενικές αρχές από συγκεκριμένα παραδείγματα.
  • Βοηθώντας τους μαθητές να μάθουν πώς να παρακολουθούν τη μάθησή τους και πώς να αναζητούν και να χρησιμοποιήσουμε τα σχόλιά τους για την πρόοδό τους.
  • Διδάσκοντας την κατανόηση κι όχι την απομνημόνευση.

ΠΩΣ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ – ΣΤΟΧΕΥΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΗΝ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΣΗ

8. Στοχεύοντας προς την κατανόηση κι όχι την απομνημόνευση – (Η μάθηση είναι καλύτερη όταν το υλικό οργανώνεται γύρω από γενικές αρχές και εξηγήσεις, παρά όταν βασίζεται στην απομνημόνευση απομονωμένων στοιχείων και διαδικασιών.)

Αποτελέσματα ερευνών

Όλοι οι εκπαιδευτικοί θέλουν οι μαθητές τους να κατανοούν ό, τι μαθαίνουν και να μην το απομνημονεύουν με επιφανειακό τρόπο. Η έρευνα δείχνει ότι όταν οι πληροφορίες απομνημονεύονται επιφανειακά, ξεχνιούνται εύκολα. Αντίθετα, όταν κάτι γίνεται κατανοητό, δεν ξεχνιέται εύκολα και μπορεί να μεταφερθεί και σε άλλες περιπτώσεις (βλέπε την επόμενη αρχή για τη μεταφορά). Για να κατανοήσουν αυτό που διδάσκονται, οι μαθητές πρέπει να έχουν την ευκαιρία να σκεφτούν τι κάνουν, να μιλήσουν γι ‘αυτό με άλλους μαθητές και με τους δασκάλους, να διευκρινίσουν και να καταλάβουν πώς εφαρμόζεται σε πολλές περιπτώσεις.

Στην τάξη

Πώς μπορεί όμως κάποιος να διδάξει την κατανόηση; Να μερικά καθήκοντα του εκπαιδευτικού που έχουν σκοπό την προώθηση της κατανόησης των αντικειμένων.

  • Ζητάμε από τους μαθητές να εξηγήσουν ένα φαινόμενο ή μια έννοια με δικά τους λόγια (δεν επιμένουμε σε αποστήθιση κανόνων).
  • Δείχνουμε στους μαθητές μας πώς να δίνουν παραδείγματα για το πώς εφαρμόζεται μια αρχή ή πώς λειτουργεί ένας νόμος.
  • Οι μαθητές πρέπει να είναι σε θέση να λύνουν προβλήματα με συγκεκριμένους μηχανισμούς και με σταδιακά αυξανόμενη δυσκολία.
  • Όταν οι μαθητές κατανοούν την ύλη τότε μπορούν να διακρίνουν ομοιότητες και διαφορές, να αντιπαραβάλλουν τις παρατηρήσεις τους και να βγάζουν συμπεράσματα μέσα από διάλογο μεταξύ τους και με το δάσκαλο.
  • Καλό είναι να διδάσκουμε τα παιδιά πώς να γενικεύουν κάποια επιμέρους φαινόμενα και πώς να εξάγουν γενικές αρχές.

ΠΩΣ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ – ΑΝΑΔΟΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΫΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΓΝΩΣΗΣ

7. Αναδόμηση της προϋπάρχουσας γνώσης – (Οι μαθητές πρέπει να μάθουν πώς να επιλύουν τις εσωτερικές αντιφάσεις και να αναδομούν τις υπάρχουσες γνώσεις τους)

Αποτελέσματα ερευνών

Ορισμένες φορές η προϋπάρχουσα γνώση μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην κατανόηση νέων πληροφοριών. Αν και αυτό συμβαίνει συχνά στα μαθηματικά, μπορεί να ισχύει για όλα τα γνωστικά πεδία. Αυτό συμβαίνει επειδή η τρέχουσα κατανόησή μας του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος, της ιστορίας, της θεωρητικής αντίληψης για τους αριθμούς, κλπ., είναι προϊόν χιλιάδων ετών πολιτισμικής δραστηριότητας που όμως αλλάζει διαχρονικά  τους τρόπους εξήγησης των φαινομένων. Για παράδειγμα, στον τομέα των μαθηματικών, πολλά παιδιά κάνουν λάθος όταν χρησιμοποιούν κλάσματα, επειδή χρησιμοποιούν κανόνες που ισχύουν για τους φυσικούς αριθμούς μόνο.

Στην τάξη

Τι μπορούν να κάνουν οι εκπαιδευτικοί για να διευκολύνουν την κατανόηση των φαινομενικά αντιφατικών πληροφοριών;

  • Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να γνωρίζουν ότι οι μαθητές τους έχουν προϋπάρχουσες γνώσεις και ελλιπή κατανόηση κάποιων εννοιών που μπορεί να έρχονται σε αντίθεση με όσα διδάσκονται στο σχολείο.
  • Για το λόγο αυτό θα πρέπει να δημιουργούμε τέτοιο μαθησιακό περιβάλλον στο οποίο οι μαθητές να εξωτερικεύουν αυτές τις αντιφάσεις και να τις επιλύουν.
  • Οι επιστημονικές εξηγήσεις πρέπει να επιλύονται με σαφήνεια και με κατάλληλα παραδείγματα.
  • Για να δώσουμε χρόνο στους μαθητές να αναδιαρθρώσουν κάποιες αντιλήψεις καλό είναι να διδάσκουμε λιγότερες θεματικές ενότητες αλλά σε μεγαλύτερο βάθος.

ΠΩΣ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ – ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΑΥΤΟΕΛΕΓΧΟ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΣΩΣΤΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ

6. Ανάγκη για αυτοέλεγχο της γνώσης – (Οι μαθητές πρέπει να γνωρίζουν πώς να σχεδιάζουν και να παρακολουθούν τη μάθησή τους, πώς να θέτουν τους δικούς τους μαθησιακούς στόχους και πώς να διορθώνουν τα λάθη τους.)

Αποτελέσματα ερευνών

  • Ο όρος «αυτοέλεγχος» χρησιμοποιείται εδώ για να δείξει την ικανότητα των μαθητών να παρακολουθούν τη δική τους μάθηση, να κατανοούν πότε κάνουν λάθη και να ξέρουν πώς να τα διορθώνουν (τους δίνουμε τα κατάλληλα προγράμματα γι’ αυτό). Ο αυτοέλεγχος δεν είναι το ίδιο με τη στρατηγική. Οι άνθρωποι μπορούν να χρησιμοποιήσουν στρατηγικές για να μαθαίνουν μηχανικά, χωρίς να έχουν πλήρη επίγνωση του τι κάνουν. Ο αυτοέλεγχος περιλαμβάνει την ανάπτυξη ειδικών στρατηγικών που βοηθούν τους μαθητές να αξιολογούν τη μάθησή τους, να ελέγχουν την κατανόησή τους και να διορθώνουν λάθη τους όταν χρειάζεται.

  • Σωστή αντίδραση μπορεί να αναπτυχθεί μέσα από συζητήσεις, όπου τα παιδιά ενθαρρύνονται να εκφράσουν τις απόψεις τους και να τις υπερασπιστούν απέναντι στους συμμαθητές τους.

Στην τάξη

Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να βοηθήσουν τους μαθητές να αυτοαξιολογούνται και να αντιδρούν σωστά με την παροχή ευκαιριών:

  • Να σχεδιάζουν πώς να λύνουν προβλήματα, πώς να κάνουν πειράματα και πώς να μελετούν ένα κείμενο.
  • Να αξιολογούν καταστάσεις και να αυτοαξιολογούνται με ειλικρίνεια.
  • Να ελέγχουν τον τρόπο σκέψης τους και να προσπαθούν να κατανοήσουν διαδικασίες με ρωτήσεις στον εαυτό τους του τύπου, «γιατί το κάνω αυτό;» «Πόσο καλά το έχω κάνει;» «Τι μου μένει να κάνω και πώς σε συνάρτηση με το χρόνο που μου απομένει;» κλπ
  • Να είναι ρεαλιστές με τον εαυτό τους και να γνωρίζουν την πραγματική τους αξία, «Είμαι καλός στη Γλώσσα, αλλά θέλω προσπάθεια στα Μαθηματικά» κλπ
  • Να ορίζουν δικούς τους μαθησιακούς στόχους.
  • Να γνωρίζουν τις αποτελεσματικές στρατηγικές μάθησης και να γνωρίζουν πότε να τις χρησιμοποιούν.